Το τι πραγματικά είναι το ποδόσφαιρο δεν έχει ακόμη με σαφήνεια απαντηθεί, παρά τις χιλιάδες σελίδες που έχουν γραφτεί από ειδικούς και μη (άλλωστε η έννοια του «ειδικού» όπως θα δούμε παίζει μεγάλο ρόλο στο σύγχρονο ποδόσφαιρο). Σίγουρα είναι ένα παιγνίδι, ένα άθλημα, και ενδεχομένως ένα από τα συστατικά της μαγείας του να βρίσκεται σ’ αυτόν ακριβώς τον συνδυασμό. Η ουσιαστική του όμως ανάλυση δεν σταματά σ’ αυτό το επιφανειακό (αλλά ορθολογικό) στοιχείο, αλλά μας οδηγεί πολύ βαθύτερα. Και αυτό γιατί όταν πριν από επτακόσια χρόνια ο Εδουάρδος Β’ βασιλιάς της Αγγλίας απαγόρευσε με νόμο το ποδόσφαιρο στους δρόμους του Λονδίνου, ως μια βίαιη περιθωριακή ενασχόληση άξεστων και εγκληματιών, δεν θα μπορούσε να φανταστεί την μετέπειτα απόλυτη κυριαρχία του σε ολόκληρο τον κόσμο.
Μέσα από το ποδόσφαιρο εκδηλώνονται αισθήματα, και κοινωνικές τάσεις οι οποίες μόνο στην θρησκεία ή στον ακραίο πολιτικό φανατισμό μπορούν να βρουν την ίδια έκφραση. Γι’ αυτό εξ άλλου και χειραγωγήθηκε από όλες τις πολιτικές εξουσίες, και από κάθε μορφής πολίτευμα.
Ο λόγος που το ποδόσφαιρο δημιουργεί αυτές τις συναισθηματικές και κοινωνικές εξάρσεις; Το ότι από την φύση του είναι κάτι το οποίο απευθύνεται στον οποιονδήποτε. Στον φτωχό και τον πλούσιο, στον όμορφο και τον άσχημο, στον έξυπνο και στον ανόητο. Σχεδόν όλοι μπορούν να παίξουν και όλοι μπορούν να το παρακολουθήσουν. Η αρχή αυτή δημιουργεί μια συνέπεια στην οποία ένας από τους θεμελιώδεις ποδοσφαιρικούς νόμους είναι πως «όλα μπορούν να γίνουν». Και πράγματι το ποδόσφαιρο ακόμη και τώρα είναι ίσως το μοναδικό σπορ στο οποίο πολλές φορές δεν κερδίζει ο καλύτερος.

120616 MF 01

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την μεγάλη λαϊκή αποδοχή του, και φυσικό αποτέλεσμα να μετατραπεί σε ένα μέσο χειραγώγησης του από την πολιτική εξουσία. Τα ιστορικά γεγονότα ανά τον κόσμο από τον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης (οι απαρχές του οπαδισμού) μέχρι τα σοβιετικά καθεστώτα και τις δικτατορίες της Λατινικής Αμερικής είναι γνωστά και δεν θα κουράσουμε με την ιστοριογραφία. Άλλωστε σκοπός του άρθρου δεν είναι αυτός. Πιστεύουμε ότι οποίος μελετήσει καλά την πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία του ποδοσφαίρου εύκολα καταλήγει στο συμπέρασμα πως πάντοτε ήταν ένας τρόπος κοινωνικοποίησης της μάζας. Ένα τρομερό μέσον υποβολής, αλλά και αγωγής, ρόλος ο οποίος σχεδόν ταυτίζεται, αν όχι υπερέχει σε πολλές περιπτώσεις, με αυτόν της θρησκείας και της οικογένειας.

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την μεγάλη λαϊκή αποδοχή του, και φυσικό αποτέλεσμα να μετατραπεί σε ένα μέσο χειραγώγησης του από την πολιτική εξουσία. Τα ιστορικά γεγονότα ανά τον κόσμο από τον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης (οι απαρχές του οπαδισμού) μέχρι τα σοβιετικά καθεστώτα και τις δικτατορίες της Λατινικής Αμερικής είναι γνωστά και δεν θα κουράσουμε με την ιστοριογραφία. Άλλωστε σκοπός του άρθρου δεν είναι αυτός. Πιστεύουμε ότι οποίος μελετήσει καλά την πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία του ποδοσφαίρου εύκολα καταλήγει στο συμπέρασμα πως πάντοτε ήταν ένας τρόπος κοινωνικοποίησης της μάζας. Ένα τρομερό μέσον υποβολής, αλλά και αγωγής, ρόλος ο οποίος σχεδόν ταυτίζεται, αν όχι υπερέχει σε πολλές περιπτώσεις, με αυτόν της θρησκείας και της οικογένειας.

Τα τεράστια χρηματικά ποσά τα οποία διακινούνται στο ποδοσφαιρικό στερέωμα εξ αιτίας αυτού του πράγματος, ειδικά μετά το 1996, δεν ήταν δυνατόν να μείνουν έξω από το παγκόσμιο σύστημα του αντιρατσισμού. Γιατί το ποδόσφαιρο είναι η πιο επικερδής βιομηχανία του κόσμου μετά το πετρέλαιο.

120616 MF 05
O άσημος Βέλγος ποδοσφαιριστής Ζαν-Μαρκ Μποσμάν κατέστρεψε, άθελα του, το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο

1995: η αρχή
Μέχρι το 1995-1996 η ιστορία του ποδοσφαίρου χαρακτηρίζεται από μια «αθωότητα». Ο εθνικός και λαϊκός χαρακτήρας του παιγνιδιού ήταν αναλλοίωτος. Φυσικά και υπήρχαν οικονομικά συμφέροντα, η πολιτική εξουσία ήταν αναμεμειγμένη με το σπορ, στημένα παιγνίδια, αλλά όλα αυτά φαντάζουν τραγικά αθώα μπροστά σ’ αυτό που ακολούθησε.
Ο παγκοσμιοποιτικός όλεθρος ο οποίος από την χρονιά εκείνη απέκτησε την μορφή μιας εξωτερικευμένης προπαγάνδας μέσα στην Ευρώπη, με σκοπό την κοινωνική, ηθική, πολιτισμική και βιολογική καταστροφή του Λευκού Ανθρώπου, είδε στην βιομηχανία του ποδοσφαίρου έναν τέλειο μηχανισμό αλλοίωσης και υποταγής συνειδήσεων, με σκοπό την δημιουργία του «πολυπολιτισμικού παραδείσου». Γιατί όμως αναφερόμαστε στην παραπάνω χρονολογία και τι συνέβη τότε;
Ένας άγνωστος και ασήμαντος Βέλγος ποδοσφαιριστής έγινε η αφορμή για την μετατροπή του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στην μεγαλύτερη σήμερα αντιρατσιστική και πολυπολιτισμική βιομηχανία.
Ο Βέλγος ποδοσφαιριστής Ζαν-Μαρκ Μποσμάν ήταν παίκτης της ομάδας Λίερς , του οποίου το συμβόλαιο είχε λήξει το 1990. Επιθυμούσε να αλλάξει σύλλογο και να μεταγραφεί, αλλά η άλλη ομάδα δεν πρόσφερε το ποσό της μεταγραφής που ζητούσε η Λίερς με αποτέλεσμα να μην γίνει η μεταγραφή. Ο Μποσμάν προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά κανονισμών της FIFA σχετικά με τις μεταγραφές. Έπειτα από μια πολύχρονη δικαστική διαμάχη κέρδισε την υπόθεση στις 15 Δεκεμβρίου 1995. Το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το υπάρχον σύστημα μεταγραφών παρεμποδίζει την ελευθερία μετακίνησης των εργαζομένων και έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 39 (1) της Συνθήκης της Ρώμης. Στον Μποσμάν και σε όλους τους κοινοτικούς ποδοσφαιριστές επιτράπηκε να μεταγράφονται ελευθέρα με τη λήξη του συμβολαίου τους σε οποιονδήποτε σύλλογο χώρας-μέλους της Ε.Ε.

Ο πολυπολιτισμός είχε αλώσει πλέον το ποδόσφαιρο. Ο «Κανονισμός Μποσμάν» επέβαλλε στις εθνικές ομοσπονδίες των χωρών της Ε.Ε. και στην UEFA να προσαρμόσουν τους κανονισμούς τους σχετικά με τους ξένους παίκτες, ώστε να μην αντίκεινται στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. Ως τότε πολλές ομοσπονδίες για να προστατέψουν τους ποδοσφαιριστές της χώρας τους και τις εθνικές τους ομάδες είχαν θεσπίσει ανώτατο όριο ξένων παικτών ανά σύλλογο. Επίσης, η UEFA επέτρεπε στις ομάδες που μετείχαν στις διοργανώσεις της, μέχρι τρεις αλλοδαπούς παίκτες. Μετά την απόφαση Μποσμάν, ο περιορισμός αυτός δεν αφορούσε πλέον τους κοινοτικούς αλλά τους μη κοινοτικούς παίκτες.

ΜΜΕ και πλύση εγκεφάλου
Αρωγός σε όλη αυτήν την κατάσταση δεν θα ήταν δυνατόν να μην είναι τα ΜΜΕ. Μάλιστα για όποιον θυμάται καλά τα γεγονότα η χρονιά του «Μποσμάν» ήταν εκείνη κατά την οποία συνέβη μια γενικότερη «αναδιανομή» στον χώρο της αθλητικής ενημέρωσης σε παγκόσμιο επίπεδο. Από τον περιβόητο Μέρντοχ στην Αγγλία, μέχρι και διάφορους γραφικούς επαγγελματίες αντιρατσιστές-διασκεδαστές στα ελληνικά ραδιόφωνα. Έννοιες όπως «αντικειμενικός» και «ειδικός» για πρώτη φορά εισέρχονται στο ποδόσφαιρο, όπως και τα αμύθητα κέρδη των τηλεοπτικών συμβολαίων.

120616 MF 04
Πλατινί και Μπλάτερ είναι πια κόκκινο πανί για τους οπαδούς

Η ποδοσφαιρική βιομηχανία απογειώνεται το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα τόσο με την εκτίναξη της εμπορικής διαφήμισης και αξίας του champions league όσο και με τα χρηματικά ποσά των μεταγραφών οι οποίες πλέον μετά τον Μποσμάν είναι ανεξέλεγκτες. Οι χώρες με αποικιακό παρελθόν, Γάλλια, Ολλανδία, Αγγλία, Βέλγιο, πολιτογραφούν Αφρικανούς ποδοσφαιριστές από τις πρώην αποικίες, με σκοπό την εξαγωγή ποδοσφαιρικού εμπορίου, άρα έσοδα από μεταγραφές, αλλά και κάτι βαθύτερο: Την αλλοίωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης των λαών τους, των οποίων το ποδόσφαιρο είναι στενά ταυτισμένο με την παράδοση τους. Έτσι για παράδειγμα μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα όλες οι ομάδες των παραπάνω χωρών γέμισαν με αφρικανούς ποδοσφαιριστές τους οποίους το σύστημα προωθούσε χωρίς κανέναν φραγμό. Αντιθέτως όλοι εκείνοι οι οποίοι τα προηγούμενα χρόνια μιλούσαν για μεθόδους απαρτχάιντ για τις εθνικές ομάδες οι οποίες είχαν ποδοσφαιριστές από τις αποικίες, τώρα όχι μόνο συμφωνούσαν με αυτό αλλά το προώθησαν με κάθε τρόπο!
Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 στην Γαλλία ήταν μια αποθέωση της αντιρατσιστικής βιομηχανίας, και ένα μικρό σημάδι για το θα επακολουθούσε. Η ομάδα της Γαλλίας, με ποδοσφαιριστές μεγάλης αξίας στην σύνθεση της, αλλά κατά τυχαίο τρόπο κατά 80% Αφρικανούς! Η εύνοια της διαιτησίας αλλά και ολοκλήρου του παρα-ποδοσφαιρικού κυκλώματος στην συγκεκριμένη ομάδα ήταν κάτι παραπάνω από εξόφθαλμη. Το ίδιο και δυο χρόνια μετά στην διοργάνωση του Euro.
Η Γαλλία του 1998 ήταν το πρώτο αντιρατσιστικό πείραμα στο ποδόσφαιρο και το οποίο προωθήθηκε με κάθε τρόπο με σκοπό την αλλοίωση της εθνικής συνείδησης των Ευρωπαίων και την εισαγωγή ενός νέου «ποδοσφαιρικού πολιτισμού» όπως άλλωστε διατυμπάνιζαν με κάθε ευκαιρία οι παγκόσμιοι ποδοσφαιρικοί ηγέτες. Το ποδόσφαιρο από μια διασκέδαση της Κυριακής και μια γιορτή μετατρέπεται σε μια επικερδή βιομηχανία.
Το modern football το οποίο γεννήθηκε στο Μουντιάλ της Γαλλίας, καταστρέφει μέχρι και σήμερα το ωραιότερο παιγνίδι που υπάρχει. Ακόμη και η διαφημιστική καμπάνια του fair play η διαφήμιση του οποίου υπήρχε και υπάρχει σε όλα τα γήπεδα των ευρωπαϊκών διοργανώσεων, αφορούσε την υπόθεση ενός αφρικανού ποδοσφαιριστή στην Αγγλία!
Μεγάλες ευρωπαϊκές ποδοσφαιρικές δυνάμεις αρχίζουν να παρακμάζουν εξ αιτίας αυτής της κατάστασης. Η τετράκις παγκόσμια πρωταθλήτρια Γερμανία αγωνίζεται με Τούρκους, Αφρικανούς, Άραβες στην σύνθεση της, το Βέλγιο το ίδιο, η Αγγλία, η Ολλανδία έχουν χάσει την παλιά τους δόξα. Τραγικές συνέπειες ενός απάνθρωπου συστήματος.

Κλείνοντας αυτήν την ενότητα θα αναφέρουμε δυο πρόσφατα γεγονότα τα οποία δείχνουν το «μεγαλείο» της αντιρατσιστικής προπαγάνδας στο χώρο του αθλήματος. Το Μουντιάλ του 2006 στην Γερμανία, έγινε αφορμή για μια ακόμη αντιρατσιστική φιέστα. Τα χρήματα που δαπανήθηκαν από τους διοργανωτές για «αντιναζιστική» και πολυπολιτισμική προπαγάνδα, από τον Μισέλ Πλατινί, ξεπέρασαν κάθε λογική.

Επιπλέον η εθνική ομάδα της Ολλανδίας η οποία έφτασε ένα βήμα πριν τον τελικό, παρατάθηκε στους αγώνες με σύνθεση ως επί των πλείστων γηγενών λευκών ποδοσφαιριστών. Αμέσως τα ΜΜΕ και ολόκληρο το κύκλωμα άρχισε να κατηγορεί τον προπονητή και την χώρα για ρατσισμό!

Φυσικά και δεν αντέχει σε καμιά λογική κρίση το όλο γεγονός, παρά μόνο δείχνει σε απολυτό βαθμό τι σημαίνει modern football. Επιπλέον όλοι θυμάστε το χτύπημα του Ζιντάν στον Ματεράτσι, με αφορμή έναν διαπληκτισμό που είχαν οι δυο τους στον τελικό του Μουντιάλ. Η πολυπολιτισμική αράχνη ακόμη και με αφορμή αυτό το συμβάν (που για όποιον έχει παίξει έστω και στη γειτονιά μπάλα ξέρει πως είναι κάτι πολύ συχνό στην ένταση του αγώνα) εξαπέλυσε μια τρομακτική προπαγάνδα με σκοπό την απόδειξη του ρατσισμού των Ευρωπαίων που μισούν τους δυστυχείς μετανάστες.

120616 MF 03
Η Εθνική Γαλλίας(;) διοργανώτρια του Euro 2016, αποτελέι αναμφίβολα το αποτυχημένο πολυ-φυλετικό πείραμα

Συμπεράσματικά
Σε κάθε περίπτωση η αξία ενός ποδοσφαιριστή δεν κρίνεται από τη καταγωγή του και το χρώμα του. Όπως επίσης θεωρούμε σε κάθε περίπτωση απαράδεκτες τις ρατσιστικές επιθέσεις σε ποδοσφαιριστές.
Και αυτό γιατί δεν υπάρχει λευκό ή μαύρο ποδόσφαιρο, αλλά η μαγεία του βασιλιά των σπορ είναι κάτι το παγκόσμιο. Αυτό όμως το αυτονόητο συμπέρασμα μετατρέπεται από άτομα τα οποία δεν έχουν καμιά σχέση με τον αθλητισμό σε μια βιομηχανία χρήματος με σκοπό τόσο την κερδοσκοπία μέσω αθλητικών εταιριών και ΜΜΕ όσο και την διάβρωση των εθνικών κοινωνιών με την πολυπολιτισμική σύφιλη.
Οι λαοί διατηρώντας ακόμη το αρχέγονο ένστικτο της επιβίωσης γνωρίζουν καλά πότε απειλούνται. Τα ρατσιστικά συνθήματα στα γήπεδα όσο και η αντίθεση στην παρουσία ξένων ποδοσφαιριστών στις εθνικές ομάδες, αποτελούν μια αντίδραση επιβίωσης των ευρωπαϊκών λαών, που βλέπουν ένα ολόκληρο σύστημα να τους μετατρέπει σε «ενοχικό» πληθυσμό.
Το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα ποδοσφαίρου που διεξάγεται στην Γαλλία μια χώρα σύμβολο της αντιδραστικής βιομηχανίας. Η αντιρατσιστική προπαγάνδα αναμένεται να ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Και όμως τα χρήματα των αρπαχτικών της UEFA αρκούν για να σωθεί η Νότιος Αφρική από το aids και την εγκληματικότητα τα οποία έχουν διαλύσει την άλλοτε ευημερούσα χώρα. Αυτό όμως δεν τους ενδιαφέρει. Τόσο αντιρατσιστές είναι…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *